http://www.enet.gr/?i=arthra-sthles.el.interviews&id=326425
Ο Γιάννης Λειβαδάς και η τέχνη της γραφής του
Ποιητής, δοκιμιογράφος, μεταφραστής. Μελετάει και μεταφράζει τους σπουδαίους Αμερικανούς της γενιάς των μπιτ, αλλά και ποίηση της Άπω Ανατολής, εργάζεται για τη διάδοσή τους μέσα από το blog του, γράφει και δημοσιεύει ακατάπαυστα τη δική του ποιητική εργασία. Η τελευταία του συλλογή έχει τίτλο «Άτη / Σκόρπια ποιήματα 2001-2009» (Κέδρος). Στη συνέντευξη που μας παραχώρησε μιλάει για τη σχέση με την τέχνη του και τους ποιητές.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ: Είναι ιδιότητα να είναι κανείς ποιητής; Δηλαδή, είναι κάτι άλλο από το να υπηρετείς το συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος; Είναι περισσότερο στάση και άποψη ζωής;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ: Πρόκειται για μια φυσικότητα. Εάν βέβαια ακριβολογούμε και δεν διατεινόμαστε απλώς σε σχέση με κάτι το οποίο απλώς ποθούμε ή εντάσσουμε αυθαίρετα στον προσωπικό μας κόσμο, με σκοπό να καταφέρουμε να υπάρξουμε κάπως· διότι στην πραγματικότητα μοιάζει να μην υπάρχουμε και τόσο.
Είναι πράγματι μια στάση ζωής, αλλά καθετί μπορεί να είναι στάση ζωής. Συνεπώς μιλάμε για κάτι διαφορετικό. Για παράδειγμα, εδώ, σε αυτήν τη θέση του συνεντευξιαζόμενου θα μπορούσε να βρίσκεται κάποιος άλλος, αυτό δεν θα ήταν διόλου περίεργο. Το να είχε δημιουργήσει όμως τα ποιήματα που δημιούργησα, αυτό θα ήταν κάτι παραπάνω από αδιανόητο. Αυτή η φυσικότητα για την οποία κάνω λόγο αναδεικνύει δίχως να αναδεικνύεται, έχω μιλήσει επανειλημμένα γι' αυτό, μα δεν είναι κακό να το επαναλάβω άλλη μία φορά. Ολο αυτό το φαινόμενο, της τέχνης της γραφής δηλαδή, ισχύει απολύτως τουλάχιστον υπό δύο έννοιες, ποτέ υπό μία.
Χ.Π.: Εχετε μεταφράσει ποιητές, όπως ο Κέρουακ, ο Γκίνσμπεργκ, ο Μπέριμαν και ο Μπουκόβσκι. Ποιητές που σμίλεψαν τα νοήματα με τις λέξεις, άνθρωποι με πάθη που -ενδεχομένως- να βρήκαν «καταφύγιο» στον γραπτό λόγο. Σας ενδιαφέρουν πιο πολύ ως οντότητες που έγραψαν ποίηση ή ως γνήσιοι ποιητές, και σε ποιο βαθμό νιώθετε ότι σας επηρέασαν;
Γ.Λ.: Ναι, τα πάθη αποτελούν σημαντικό μέρος τού Είναι. Μα από μόνα τους δεν σημαίνουν υποχρεωτικά κάτι. Τα πάθη ενός σημαντικού ανθρώπου αποκτούν άλλο νόημα και άλλες σηματοδοτήσεις. Τα πάθη ενός ανθρώπου που σέρνει απλώς το υπόλοιπο μιας ζωής δεν έχουν δα και τόση σημασία για κανέναν ούτε καν για τον ίδιο.
Σημαντικοί ήταν και αυτοί που αναφέρετε. Αυτό που ενδιαφέρει πάντοτε είναι η ποίηση· κάποιες φορές οι προσωπικότητες καθίστανται εξίσου ενδιαφέρουσες με τα κείμενα, κάποιες άλλες φορές αυτό δεν συμβαίνει. Δεν έχει πάντως και τόση σημασία αυτό. Ούτως ή άλλως κάθε άλλη ιδιότητα λειτουργεί στη σκιά της ποιητικής. Οι ποιητές, αν δεν είναι γνήσιοι, δεν είναι τίποτα. Βλέπει κανείς τι συμβαίνει στις λίστες των εκδόσεων, στο Διαδίκτυο, στην καθημερινότητα. Οσοι προαναφέρατε, μα και αρκετοί άλλοι, με επηρέασαν σοβαρά σε ένα πράγμα: στο να μη γράφω όπως αυτοί και στην τεράστια προσφορά όλων εκείνων των κορυφαίων λαθών που έκαναν, ώστε να με αναγκάσουν να κάνω άλλα λάθη, ακόμη πιο σημαντικά, πιο επικίνδυνα, ακόμη πιο διεισδυτικά στην τέχνη της γραφής.
Χ.Π.: Μια και αναφέρεστε σε «κορυφαία» και «σημαντικά» λάθη, θα συμφωνούσατε ότι η ποίηση είναι μια άσκηση του λόγου που προσπαθεί να εκφράσει την αγωνία μας ή πρόκειται για μια μορφή τέχνης που συμπυκνώνει μέσα στους στίχους όλη την ανθρώπινη εμπειρία;
Γ.Λ.: Η ποίηση είναι πράγματι άσκηση, πείραμα, γιατί κατά κύριο λόγο είναι υπαρξιακή επίδοση. Δεν εκφράζει αποκλειστικά κάποια αγωνία, παρ' ότι η αγωνία ανήκει στην ανθρώπινη εμπειρία, όπως το λέτε. Στην ποίηση εκφράζεται η ανθρώπινη εμπειρία κατά ύψος και κατά βάθος. Επί χρόνου και θανάτου. Αρκεί να μην ξεχνάμε πως αυτό που ονομάζουμε ανθρώπινη εμπειρία είναι ένας τεράστιος πλούτος. Ο πλούτος αυτός καταγράφεται με δημιουργικό τρόπο και αφορά κάθε σπιθαμή της ανθρώπινης συνθήκης. Η ποίηση, τουλάχιστον για μένα, είναι ο πιο βαθύς στοχασμός, εκείνος που κατεργάζεται όλες τις πτυχές και όλες τις δυνατότητες. Κάτι σαν χιούμορ του ανέφικτου.
Χ.Π.: Τι αποτελεί για σας ερέθισμα για να γράψετε ένα ποίημα; Μια εικόνα, κάποιες λέξεις ή κάποια συναισθήματα;
Γ.Λ.: Η πνευματική και σωματική διέγερση από οτιδήποτε έχει τη δύναμη να με προκαλέσει. Στην πραγματικότητα όλη η ζωή, σχεδόν σε κάθε της έκφανση. Η ποιητική συνθήκη είναι αστείρευτη και αχαλίνωτη.
Χ.Π.: Υπάρχει μια συνέχεια στην παράδοση της ελληνικής ποίησης που εσείς μάλλον απορρίπτετε όσον αφορά κάποιους «μεγάλους» έλληνες ποιητές. Πού βρίσκετε πιο ώριμη την ελληνική γραμματεία, ποια περίοδο της γλώσσας μας, της λυρικής και αφηγηματικής της παράδοσης σας δίδαξε τον δημιουργικό λόγο;
Γ.Λ.: Την καλύτερη και πιο εμπεριστατωμένη απάντηση στο ερώτημά σας αποτελούν τα δύο δοκίμια που πολύ πρόσφατα δημοσίευσα στο τέταρτο τεύχος της λογοτεχνικής επιθεώρησης Κουκούτσι, είναι όμως τόσο εκτεταμένα που δεν καθίσταται δυνατό να βοηθήσουν σ' αυτήν την περίπτωση. Εν πάση περιπτώσει, σημασία έχει η όποια απόρριψη ή αποδοχή να εξασφαλίζεται από κάποιες συγκεκριμένες και οπωσδήποτε υλοποιημένες ιδέες. Ειδάλλως δεν σημαίνουν απολύτως τίποτα. Η ελληνική ποίηση θεωρώ ότι δεν τα κατάφερε πολλές φορές ή τέλος πάντων δεν τα κατάφερε στον βαθμό που το υποστηρίζει μια μερίδα σχολιαστών. Εχω διατρέξει ουσιαστικά όλη την πορεία της ελληνικής ποίησης από την αρχαιότητα έως σήμερα. Για μένα, απόλυτη εξασφάλιση εξακολουθεί να αποτελεί ο Ομηρος.
Χ.Π.: Δεν υπάρχει κανείς που να αποτελεί συνειδητή επιρροή στη δική σας ποίηση; Εχετε αποκηρύξει ποιήματα σας, της νεότερης περιόδου ίσως, έχετε αποπειραθεί να «ξαναγράψετε» παλαιότερά σας ποιήματα;
Γ.Λ.: Η επιρροή του Ομήρου ήταν οπωσδήποτε καταλυτική. Ο Ομηρος μού δίδαξε την εποπτεία και η εποπτεία αποτελεί το άλφα και το ωμέγα της ποίησης. Ποιήματά μου, ναι, έχω αποκηρύξει και κατέληξαν στον κάλαθο των αχρήστων. Ο,τι έγραψα όμως το έγραψα, ποτέ δεν επανήλθα και ποτέ δεν χρειάστηκε να ξαναδουλέψω κάποιο παλαιότερο ποίημα. Η ζωή μου ήταν ανέκαθεν ιδιαίτερα έντονη, διανύω αλλεπάλληλες περιόδους που είναι εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους. Το μόνο κοινό που έχουν είναι πως όλες τους συνιστούν την πορεία μου ώς το νεκροκρέβατο. Ακριβώς με τον ίδιο τρόπο προχωρεί και η τέχνη μου. Οπως δεν πισωγυρίζω στη ζωή, δεν πισωγυρίζω και στην ποίηση.
Χ.Π.: Ποια θα λέγατε ότι είναι η ιδανική συνθήκη ανάγνωσης ποιημάτων; Σε απόλυτη απομόνωση ή απαγγελία ανάμεσα σε μυημένους, όπως γινόταν κάποτε; Συμφωνείτε με τη μελοποίηση ποιημάτων;
Γ.Λ.: Εχω σταματήσει να απαγγέλλω εδώ και λίγα χρόνια και απ' ό,τι φαίνεται δεν πιστεύω πως θα απαγγείλω ξανά σύντομα. Αυτό που ονομάζεται ευρύτερα μελοποίηση έχει καταστρέψει πολλούς, σε άλλους έχει προσφέρει μιαν αναγνώριση, η οποία δεν αναλογεί στην ποιότητα των κειμένων. Πέραν αυτού, η παιδεία μου κινείται σε μουσικά επίπεδα που δεν τυγχάνουν ιδιαίτερης αποδοχής και αναγνώρισης. Αλλά και αλλιώς να είχαν τα πράγματα, δεν είμαι φίλος της μελοποίησης. Μια παράλληλη παρουσίαση κειμένων με μουσική θα μπορούσε ίσως να έχει κάποιο ενδιαφέρον. Πιο συγκεκριμένα πάντως, δεν υπάρχει την παρούσα στιγμή κάποιος τρόπος απαγγελίας των ποιημάτων μου, θα πρέπει εγώ, ή κάποιος άλλος να τον εφεύρει. Αυτό έχει να κάνει ώς έναν βαθμό με το γεγονός πως δεν υπάρχουν εύκαιροι όροι που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν για την ερμηνεία των ποιημάτων μου. Χρειάζεται να περάσει αρκετός χρόνος και για τα δύο.
Χ.Π.: Η ποίηση γράφεται από περιπτώσεις ανθρώπων με απόθεμα καημού ή από ελιτιστές της μεγάλης λογοτεχνίας;
Γ.Λ.: Εχω διαβάσει παραπάνω από τρεις χιλιάδες βιβλία και δεν γνωρίζω ελιτιστές κάποιας μεγάλης λογοτεχνίας. Και δεν πιστεύω πως η ποίηση συνδέεται καθ' οιονδήποτε τρόπο με αποθέματα καημού. Η ποίηση γεννιέται ξεκάθαρα. Ακριβώς γι' αυτό οι ποιητές είναι πολύ λιγότεροι απ' ό,τι νομίζουμε. Είναι όμως υπεραρκετοί. Καταφέρνουν τα πάντα.