Αρχική σελίδα Εργογραφία Βιογραφικό Μεταφράσεις En/Fr/It/Es

23/10/2023

Σχετικά με τη γενιά των μπιτ και την αξιοποίηση των έργων τους. Συνέντευξη του Γιάννη Λειβαδά στον Γιώργο Κ. Μιχαηλίδη.

Στο τεύχος αρ. 200, του περιοδικού Οδός Πανός,  
Ιανουάριος-Μάρτιος 2024

 

Η συνέντευξη δόθηκε στις 24 Ιουνίου του 2023.

 

1) Τι είναι και τι σημαίνει για ‘σας  Μπιτ λογοτεχνία;

Αυτό που ήταν, οφείλουμε να χρησιμοποιούμε αόριστο. Ένα λογοτεχνικό ρεύμα πολύ υψηλών επιδόσεων του οποίου ο τύπος εντοπίζεται πλέον σχεδόν παντού ενώ η ουσία του παραμένει ανεκμετάλλευτη, αναξιοποίητη. Ο όρος «μπιτ γενιά» ήταν παιγνιώδης, ενδεικτικός, παρά εμφατικός. Ας τον αφήσουμε στην άκρη. Σημαντικό σήμερα είναι το σε ποιόν βαθμό θα συναρμόσει κανείς το παρελθόν και το μέλλον μελετώντας τα έργα τους, σε ποιον βαθμό θα επιτύχει μια σύνδεση με την λογοτεχνική Παράδοση, μια απόπειρα ερμηνείας της, ώστε να αξιολογήσει εκ νέου τη διάθεσή του για λογοτεχνική ανάγνωση όσο και τη θέση του στη ζωή. Πέραν αυτού λειτουργούν μόδες, καπρίτσια, αμορφωσιά, που αντιπροσωπεύονται επάξια από μέντορες ανάλογης ολκής και κατάρτισης.

2) Γιατί θεωρείτε ότι υπήρξε ανάγκη να δημιουργηθεί ένα τέτοιο ρεύμα, αυτό το είδος λογοτεχνίας;

 Διότι η λογοτεχνία χρειαζόταν να απο-πολιτικοποιηθεί, να απο-ιδεολογικοποιηθεί ενώ ταυτόχρονα να επαναφέρει το πνευματικό στο λογοτεχνικό προσκήνιο υπό νέους όρους και μέσω μιας νέας μεθόδου δημιουργώντας ένα εξίσου νέο είδος κοινωνικοποίησης. Πιστεύω πως οι πραγματικές διαστάσεις αυτού του λογοτεχνικού ρεύματος ήταν μεγαλύτερες από εκείνες που αποδίδει ο χαρακτηρισμός «μπιτ».

3) Μπορούμε, δηλαδή, να αναγνωρίσουμε έναν πιο ανοικτό κύκλο, γύρω από τον πυρήνα, στον οποίο εντοπίζονται πολύ ειδικές σχέσεις ή ομοιότητες;

Ναι, βεβαίως, αρκεί όμως να τονίσουμε πως δεν επρόκειτο τόσο για ένα φάσμα επιδράσεων μα για έναν σχεδόν ταυτόχρονο και παρεμφερή προσανατολισμό, εντός του οποίου λειτουργούσαν ειδικότερες διαφορές. Στην πεζογραφία αυτός ο προσανατολισμός εκτεινόταν τουλάχιστον έως τον Τζον Φάντε και στην ποίηση τουλάχιστον έως τη Λέσλι Σκαλαπίνο, σε αυτά τα ενδιάμεσα πεδία βρίσκονταν ουκ ολίγοι λογοτέχνες.

4) Έργα των μπιτ άρχισαν να εμφανίζονται στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1960, παρόλα αυτά η μετάφραση των πλέον σημαντικών έργων έγινε πολύ καθυστερημένα και όχι επιτυχημένα, δηλαδή μετά από σοβαρή μελέτη και γνώση της συγκεκριμένης τεχνοτροπίας. Αριστουργήματα όπως το Ρώτα τη Σκόνη του Τζον Φάντε, μεταφράστηκαν μόλις αυτή τη δεκαετία. Ποιος πιστεύετε πως είναι ο λόγος για τον οποίο δεν εκδόθηκαν και δεν εκδίδονται πιο συστηματικά τα έργα αυτών των λογοτεχνών;

Θα δώσω την ίδια απάντηση που έδωσα στο παρελθόν: οι ανάγκες του εκδοτικού εμπορίου.

5) Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι ποιητές και οι πεζογράφοι αυτής της γενιάς έφεραν τη λογοτεχνία απ’ τα σαλόνια στα αλώνια; 

Στη λογοτεχνία δεν υπήρχαν ούτε σαλόνια ούτε αλώνια, μολονότι υπάρχουν οπωσδήποτε σήμερα καθώς αυτό που ονομάζεται ευρύτερα λογοτεχνία δεν είναι παρά ένα σύστημα παραγωγής και κατανάλωσης γραπτών προϊόντων. Η λογοτεχνία είναι περιθωριοποιημένη, παραγκωνισμένη. 

Ας μου επιτρέψεις όμως σε αυτό το σημείο να γίνω πιο συγκεκριμένος. Δεν είναι λίγοι οι αρθρογράφοι, οι κριτικοί, οι σχολιαστές και οι αναγνώστες που φαντασιώνονται πως επηρεάζουν την Ιστορία της λογοτεχνίας με τις προτιμήσεις ή τις απόψεις τους. Από τις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα, επίσης, παρατηρείται κάτι ιδιαίτερο: τα αρχεία της σύγχρονης αναλυτικής κριτικής όσο και της συγκριτικής, από εκδότη σε εκδότη, από ίδρυμα σε ίδρυμα και από χώρα σε χώρα, έχουν αρχίσει να διαφέρουν τόσο μεταξύ τους, να διίστανται ακόμη και σε επίπεδο στοιχειωδών, σε τέτοιο βαθμό που είναι πλέον αδύνατο να μιλά κανείς για κοινή βάση κριτικών και συγκριτικών δεδομένων. Για να αντιληφθούν οι νεότεροι τι εννοώ: το Μπιγκ Σερ, λόγου χάρη, ήταν ομοούσιο, όχι απλά αντίστοιχο, ανάλογο, ταυτόχρονο, με τη μουσική που ανέπτυξε ο Έρικ Ντόλφι στην Ουψάλα.

Ό,τι θίγεται, πάντως, ό,τι κρίνεται, αποδίδεται στη λογοτεχνική Ιστορία και ταυτόχρονα την αποδίδει, κάθε αναφορά στη γενιά των μπιτ ως αποφυγή της λογοτεχνικής Ιστορίας ή ως μοχλός παράκαμψής της είναι ανούσια.

Σε κάποιον νέο, νεότερο, θα έλεγα πως εάν εκείνο που τον ενδιαφέρει πραγματικά είναι να διαβάσει το έργο ενός ποιητή που ήταν βαρύς αλκοολικός, μπορεί εξίσου να στραφεί στον Γουάλας Στίβενς, εάν τον ενδιαφέρει να διαβάσει το έργο ενός πεζογράφου ταξιδιώτη, μπορεί εξίσου να στραφεί στον Μπρους Τσάτουιν, εάν τον ενδιαφέρει να διαβάσει το έργο ενός λογοτέχνη εθισμένου σε κάποια ουσία, μπορεί εξίσου να στραφεί στον Σάμιουελ Τέιλορ Κόλεριτζ. Καταλαβαίνεις τι εννοώ, επικρατεί μια μνημειώδης σύγχυση η οποία δημιουργήθηκε και καλλιεργήθηκε από συγκεκριμένους ανθρώπους με συγκεκριμένο πνευματικό πήχη και ανάλογες επιδιώξεις.

Επίτρεψέ μου να καταστήσω κάτι σαφές: η κουλτούρα των μπιτ δεν είχε, από  αισθητική και πνευματική άποψη, τίποτε κοινό με τους όρους αποδοχής και ενστερνισμού της από μέρος της κοινωνίας και της ακαδημίας. Εάν την κρίνουμε σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά και τις απόψεις όσων την αποδέχθηκαν και την υποστήριξαν για να ενισχύσουν τις προσωπικές τους αποβλέψεις την κρίνουμε άστοχα και λανθασμένα, με εξαίρεση την περίπτωση του Γκίνσμπεργκ ο οποίος ταυτίστηκε με αυτούς τους όρους και γι’ αυτόν τον λόγο παρέμεινε ιδιαίτερα γνωστός.

Σχετικά με τον Κέρουακ θα υπογραμμίσω, για μια ακόμη φορά, το εξής: το Στον Δρόμο παραμένει το πιο αποδεκτό του έργο διότι ευρύτερα θεωρείται πως είναι βασισμένο στην πάγια ανάγκη αποκόλλησης από το τετριμμένο, εντούτοις ο Κέρουακ γράφοντάς το καταπιάστηκε περισσότερο με την ανάγκη απόδρασης από τους περιορισμούς της συντεταγμένης κοινωνικοποίησης, επιπλέον όταν πέρασε σε υψηλότερο επίπεδο, στην διερεύνηση του αίτιου και της σχετικότητας των εμπειριών, γράφοντας τα Οράματα του Κόντι, δεν έγινε τόσο αποδεκτός.  

Λέω λοιπόν πως οι νεότεροι οφείλουν να στραφούν επισταμένως στα κείμενα και να αφήσουν στην άκρη όλα τα υπόλοιπα – τα οποία εξάλλου σήμερα αποτελούν κοινοτυπία. Μπορεί κανείς να κατατοπιστεί εξετάζοντας τα δοκίμια και τις παρουσιάσεις που έχω εκδώσει για το αντικείμενο.

Ένα από τα σημαντικά που προώθησαν οι μπιτ ήταν ή προειδοποίηση πως ο άνθρωπος έχει προετοιμαστεί για την μετατροπή του σε χειριζόμενο, άβουλο υποκείμενο, που θα πολεμά για τις αυταπάτες του πιστεύοντας πως υπεραμύνεται των επιλογών του. Κατά την προσωπική μου εκτίμηση αυτό ήδη συμβαίνει.

6) Εσείς, όντας ο ίδιος λογοτέχνης και μάλιστα από τους σημαντικούς, αναγνωρίζετε ένα αντίστοιχο ρεύμα, δηλαδή μια ελληνική Μπιτ γενιά;

Όχι, ούτε υπήρξε ποτέ κάτι τέτοιο ούτε σήμερα υπάρχει.

7) Ως μεταφραστής, πώς συνδιαλέγεστε με αυτήν τη γενιά, δηλαδή πώς κατορθώνετε να αποδίδετε το ιδιαίτερο ύφος, το υφάδι τους, χωρίς να μπαίνετε στη διαδικασία της παρεμβατικής μετάφρασης – κάτι που δυστυχώς έχουμε όλοι εντοπίσει σ’ έργα αυτής της γενιάς από γνωστούς/ες  μεταφραστές/τριες;

Αυτό βρίσκεται σε συνάφεια με όσα ανέφερα παραπάνω.

11/09/2023

H Μεταμοντέρνα Αμερικανική Ποίηση [Οξύ-Archive 2023]

Ο τόμος «Η Μεταμοντέρνα Αμερικανική Ποίηση» αποτελεί την πρώτη πλήρη κριτικο-θεωρητική επισκόπηση του εν λόγω αντικειμένου στην ελληνική γλώσσα. Η έκδοση περιέχει την ομότιτλη μελέτη του ποιητή Γιάννη Λειβαδά και ένα σύνολο επιλεγμένων μεταφράσεων. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα χρήσιμο εγχειρίδιο για τον Έλληνα σπουδαστή, μελετητή και λάτρη της αμερικανικής ποίησης όσο και για τον απλό αναγνώστη.




Αρχειοθήκη ιστολογίου