Αρχική σελίδα Εργογραφία Βιογραφικό Υπό έκδοση Επικοινωνία En/Fr/It/Es

21/01/12

Γιάννης Λειβαδάς: Για τον Γουόλτ Γουίτμαν

(Αναδημοσίευση από το τεύχος 91 του λογοτεχνικού περιοδικού Εντευκτήριο (Φεβρουάριος 2011)*


Με δάσκαλο τον ίδιο του τον εαυτό, νιώθοντας πως ο ποιητής οφείλει να είναι άνθρωπος πλήρης (εμπειρικός και σκεπτόμενος), με την αυτοπεποίθηση ενός πανοραματικού πνεύματος, ο Γουόλτ Γουίτμαν συνέγραψε τα περίφημα ποιήματά του που αποτέλεσαν την συγκεντρωτική συλλογή «Φύλλα Χλόης». Εξίσου μυημένος στην μεταφυσική του πνεύματος, όσο και στην ιερότητα της σπατάλης του ανθρωπίνου δράματος, ο Γουίτμαν συνέθεσε ποιήματα που έμελλε να παίξουν τον ρόλο της πιο αξιόπιστης και απρόσβλητης μήτρας της Αμερικανικής ποίησης, αποτέλεσαν την βίβλο της. Ο άνθρωπος και ποιητής Γουίτμαν εμφανίστηκε παράδοξος και προκλητικός εξαιτίας των ασυνήθιστων μέτρων του. Μάλλον ο πρώτος (μετά τους Άγγλους Μίλτον και Μπλέικ) τόσο εύχυμος και με απίστευτη περιεκτικότητα ποιητής του δυτικού ημισφαιρίου, που δεν άφησε σχεδόν τίποτα έξω από την ποίησή του. Ο Ουίτμαν απέδειξε αποφασιστικά πως οι πολιτικοί, οι διανοούμενοι και οι φιλόλογοι δεν μπορούν να είναι αρκετοί για να δημιουργηθεί ο νέος άνθρωπος, και πως η δημοκρατία απορρέει αποκλειστικά από τις ηθικές και πνευματικές αξίες, όχι από τον καθιερωμένο (χειραγωγημένο) τρόπο ζωής και σκέψης των κοινωνιών. Ο Γουίτμαν ήταν εκείνος που ανέλαβε να αντικαταστήσει τους ημίθεους της αγγλικής παράδοσης και του γλαφυρού βικτοριανού αισθηματισμού με τους νέους και προκλητικούς του θεούς. Στην εποχή της πάντως η ποίησή του, πέρα από την άμεση και ενθουσιώδη επικρότηση του Ραλφ Γουάλντο Έμερσον, κρίθηκε ανούσια και άξεστη. Στην πορεία όμως ο Γουίτμαν δικαιώθηκε απόλυτα με την εμφάνιση Αμερικανών ποιητών που ανεξάρτητα από τις προσδοκίες και τα οράματά τους κατέδειξαν την αμίμητη δυναμική των ιδεών και του ύφους του στο έργο τους. Τα πιο λαμπρά παραδείγματα αυτής της συνέχειας ήταν ο Χαρτ Κρέιν, ο Χάρολντ Νορς και ο Άλεν Γκίνσμπεργκ.
Το 1892 με το συνολικό του ποιητικό έργο, ο Γουίτμαν δημιούργησε αυτό που σήμερα θεωρούμε αμερικανική ποίηση, σύμφωνα με οιαδήποτε φιλολογική έννοια. Ως τότε η ποίηση της Αμερικής δεν ξεχώριζε σε τίποτα από την αγγλική. Ο Γουίτμαν δεν κατοχύρωσε απλά τη νέα, καθημερινή αμερικανική ομιλία, αλλά έδωσε φωνή στις ίδιες της αμερικανικές πολιτείες, καταθέτοντας στην ποίησή του το πνεύμα αυτοτέλειας, ευρύτητας και ιδιορρυθμίας αυτού του νέου έθνους με μία ανεξαρτησία όμως που σαφέστατα ξεπερνούσε ακόμη και την ίδια του την πατρίδα. Ο ποιητής ωθήθηκε και ώθησε την Αμερική σ’ ένα άφταστο μέλλον.
Ο Γουίτμαν δεν επιδοκίμασε απλώς τα «θυελλώδη και κυκλώνεια» κηρύγματα του Έμερσον, προσέφερε και ο ίδιος στην ανάρρηση της νέας εκείνης φιλοσοφικής σχολής, ακόμη κι αν οι δικές του απόψεις δεν μπόρεσαν παρά να τοποθετηθούν στα όρια του Υπερβατισμού (Transcendentalism). Μαζί μ’ αυτόν, όμως, και τον Χένρι Ντέιβιντ Θoρό, εκείνη η φιλοσοφική ιδεολογία του «φυσικού ανθρώπου» έφτασε στο απόγειο της.
Ο Γουίτμαν έγραψε σχεδόν σαν «βάρβαρος», άσεμνος και προκλητικός. Οι στίχοι του ανέκυψαν από ένα χάος, μιαν απεραντοσύνη στην οποία συμμετέχουν και ανταποδίδουν τα πάντα. Ο «Θεός» στον Γουίτμαν ήταν άλλος, όχι ο γνωστός μας θεός· ο ίδιος ο ποιητής ήταν ένα μέγεθος μελλοντικό και αξιοποιούσε κάθε τι από το Όλον· η Αμερική δεν ήταν η αμιγώς εθνική πατρίδα μα ο δείκτης δημοκρατικής ελευθερίας για την ανάταση όλων των εθνών.
Εντούτοις, από όλο το φάσμα των ενεργειών της χώρας του, ο Γουίτμαν εισέπραξε την απόλυτη πανωλεθρία. Το αμερικανικό έθνος αποδείχτηκε άφρον, οι Αμερικανοί πολίτες εγκαινίασαν μία βαβυλώνια πατρίδα δολοφονώντας τον Λίνκολν και κατρακύλησαν φτάνοντας στο σημερινό μίασμα. Η ποίηση μετά απ’ αυτόν καθυστέρησε τραγικά να ερμηνεύσει το μήνυμά του (σχεδόν όλοι οι «επιφανείς» Αμερικανοί ποιητές μετά απ’ αυτόν, θεωρήθηκαν «Γουιτμανικοί» αναιτιολόγητα) το έργο του διπλιάστηκε από τις δήθεν εξεζητημένες προσεγγίσεις κριτικών και γραφιάδων που κατόπιν θεωρήθηκαν βαρυσήμαντες από την γνωστή ακαδημαϊκή αυθαιρεσία.
Ο Γουόλτ Γουίτμαν είναι ξεκάθαρο πλέον πως ήταν εκείνος που εγκαινίασε μία νέα εποχή στα παγκόσμια γράμματα· την εποχή που ο ποιητής αναλαμβάνει χρέη συνειδητού οδηγητή της κοινωνίας, και όχι μόνο του σοφού παρατηρητή ή διανοητή που συνδράμει επιλεκτικά στην επίλυση των «μειζόνων προβλημάτων» της ανθρωπότητας. Ο ποιητής αποτιμά με σφοδρότητα και επαναξιολογεί τα πάντα – στη νέα ιεράρχηση το μυστηριακό καταλαμβάνει την θέση ουσίας του σύμπαντος και συνάμα κάθε δογματισμός παύει να εγκαλεί και να προσδιορίζει οποιαδήποτε πτυχή της ζωής. Όλο σχεδόν το ποιητικό έργο του Ουίτμαν διαπνέεται από το όραμα του γάμου της εμπειρίας με την ενόραση και την επιζήτηση του μεταφυσικού αυτοπροσδιορισμού. Κάθε εξύμνηση προβάλει νόημα δίχως αίτημα, κάθε προαγόμενο αποτελεί τεκμήριο τελειότητας που δεν επιδέχεται αλλαγές.
Η εμβρίθεια και οι ιδέες του Γουόλτ Γουίτμαν, διόλου τυχαία, δεν κατάφεραν να γονιμοποιηθούν από το νεότερο σώμα της ελληνικής ποίησης. Εκείνη η πρώτη αγωνιώδης μετάφραση του Ν. Προεστόπουλου πέρασε στην εποχή της σχεδόν στα αζήτητα. Η απαίδευτη «εμπροσθοφυλακή» της ποιητικής γραφής ουδέποτε μπόρεσε να καταστήσει δυνατή την συνάντησή της με την ποίηση του αμερικανού ποιητή. Ελπίζουμε κάθε νέα προσπάθεια της προβολής των έργων τέτοιων εμβληματικών ποιητών να έχει καλύτερη τύχη και να αρχίσουν επιτέλους να βρίσκουν την απήχηση που τους αναλογεί.
Οι τελευταίες εκδόσεις ποιημάτων του Ουίτμαν από τις εκδόσεις Ηριδανός, (εξαιρουμένων των ασυνάρτητων προλογικών τους θέσεων, που από μόνες τους καταδεικνύουν την απουσία μιας απαιτούμενης βαθιάς γνώσης για τον ποιητή και το έργο του), επανατοποθέτησαν τον εμβληματικό αυτό δημιουργό στα ράφια των βιβλιοπωλείων.
Και οι τρεις τόμοι από αισθητικής πλευράς είναι πραγματικά κοσμήματα. Όσον αφορά την μετάφραση οφείλουμε να σχολιάσουμε πως η κάθε μεταφράστρια δοκιμάστηκε για να διατηρήσει οριακή ισορροπία μεταξύ της αισθητικής και του συλλογισμού των ποιημάτων. Και όλα αυτά γιατί τα ποιήματα του Γουίτμαν είναι έργα πολύ υψηλών απαιτήσεων. Η έκφραση των εντάσεων της γουϊτμανικής λύρας σε άλλη γλώσσα προϋποθέτει, εκτός από την ειδική σχέση με τον δημιουργό ως έργο, την καταστολή κάθε ψήγματος «καλλιτεχνικής» ευσχημοσύνης ώστε να μην υποβαθμιστεί το ταμπεραμέντο του ποιητή. Η γουϊτμανική γλώσσα κυμαίνεται από την σχεδόν άγαρμπη ευθύτητα του καθημερινού λόγου, ως τις κορυφώσεις μίας ιδιάζουσας συγκινησιακής έξαψης – οι οποίες εξάλλου ήταν εκείνες που έκαναν τον ποιητή να ξεχωρίσει τόσο πολύ από τους ποιητές της εποχής του. Οπωσδήποτε ένα τόσο τολμηρό και θεμελιώδες έργο είναι αναμενόμενο να επιδέχεται εσαεί μεταφραστικές απόπειρες… «με κάθε κόστος αφήνω να μιλήσει, η φύση δίχως έλεγχο με έμφυτη ορμή».


*Αποτελεί μέρος εκτενέστερου, ανέκδοτου κειμένου του 2008.




Αρχειοθήκη ιστολογίου