Ελπίδα Πασαμιχάλη: Περί δημοσιογραφικής δεοντολογίας και άλλων …“δεινών”.
Από τη λογοτεχνία στο λογοτεχνικό κολάζ
Ένας
από τους στοιχειώδεις κανόνες δημοσιογραφικής δεοντολογίας, από
εκείνους που διδάσκεται κανείς στο πρώτο έτος φοίτησης στις
δημοσιογραφικές σχολές, λέει το εξής απλό: Όταν αναπαράγουμε απόσπασμα
από δημοσιευμένο και ενυπόγραφο έργο λόγου, παραθέτουμε πάντοτε την πηγή
και το όνομα του συγγραφέα. Στην περίπτωση μάλιστα που το συγκεκριμένο
έργο λόγου έχει εκδοθεί σε έντυπη μορφή είναι γνωστή σε όλους η σημείωση
-προειδοποιήση του εκδότη, που υπάρχει σε κάθε αντίτυπο και γράφει το
εξής: “Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις
διατάξεις του Ελληνικού Νόμου (Ν. 2121/1993 όπως έχει τροποποιηθεί και
ισχύει σήμερα) και τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας.
Απαγορεύεται απολύτως η άνευ γραπτής άδειας του εκδότη κατά οποιοδήποτε
μέσο ήτρόπο αντιγραφή, φωτοανατύπωση και εν γένει αναπραραγωγή,
εκμίσθωση ή δανεισμός, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε
οποιαδήποτε μορφή (ηλεκτρονική, μηχανική ή άλλη) και η εν γένει
εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου”.
Η εφαρμογή του στοιχειώδους αυτού κανόνα δεοντολογίας, εκτός από
την τήρηση της νομιμότητας, τιμά εν τέλει και την ίδια την υπογραφή του
εκάστοτε αρθρογράφου – δημοσιογράφου, προσδίδοντας στο πόνημα του
εγκυρότητα και αξιοπιστία. Στην αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή
χρησιμοποιηθεί απόσπασμα από δημοσιευμένο έργο λόγου χωρίς αναφορά στον
συγγραφέα και στην πηγή, τότε, εκτός από την προφανή έλλειψη
αξιοπιστίας, μπορούμε να μιλήσουμε και για λογοκλοπή. Στην εποχή ωστόσο
του διαδικτύου, όπου ο όγκος των πληροφοριών και των κειμένων καθιστά
εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση τον εντοπισμό “παρατυπιών” φαίνεται πως αυτή η
στοιχειώδης δεοντολογία πολύ εύκολα καταστρατηγείται με τον πιο
αβασάνιστο τρόπο.
Στην προκειμένη περίπτωση της λογοτεχνικής παρουσίασης για την ποίηση της Έλσας Κορνέτη υπάρχουν δύο ατοπήματα:
Από την μία η προφανής παραβίαση της δημοσιογραφικής δεοντολογίας,
όπως την περιγράψαμε παραπάνω. Με πολύ απλά λόγια, στα αποσπάσματα από
τα Δοκίμια του Γιάννη Λειβαδά που παρατίθενται στο
κείμενο, θα έπρεπε να υπάρχει σαφής καυ ευδιάκριτη αναφορά στην πηγή
-να έχουν μπει σε εισαγωγικά τα “δανεικά” στοιχεία- και να αναφέρεται με
σαφήνεια ο τίτλος του έργου και το όνομα του συγγραφέα. Η “παράλειψη”
αυτών των αναγκαίων επισημάνσεων, μπορεί να ερμηνευτεί ως απόπειρα της
αρθρογράφου να οικειοποιηθεί ξένη πνευματική δημιουργία και πρακτικά
θεωρείται λογοκλοπή.
Από την άλλη μεριά θα έπρεπε (δυστυχώς θεωρητικά μιλώντας) να έχει ζητηθεί η άδεια του Γιάννη Λειβαδά για την χρήση των αποσπασμάτων από τα Δοκίμια. Αυτό θα τα προφύλασσε από το να χρησιμοποιηθούν για να υποστηρίξουν απόψεις εντελώς αντίθετες από αυτές που εκφράζουν και προφανώς είτε αγνοήθηκαν είτε δεν έγιναν κατανοητές. Στην προκειμένη περίπτωση μιλάμε για αυθαιρεσία, όπως σημειώνει ο ίδιος ο Γιάννης Λειβαδάς στο παραπάνω κείμενο του και στην ουσία για διαστρέβλωση. Υπάρχει όμως και μια τρίτη επίσης ανησυχητική εκδοχή. Ότι δηλαδή ένα ολοκληρωμένο έργο λόγου, στην προκειμένη περίπτωση τα Δοκίμια, αποδομήθηκε, τεμαχίστηκε και κάποια βασικά δομικά του στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν, απονευρωμένα πια από το νόημά τους, ως στυλιστικά ευρήματα, ως …”καλολογικά” στοιχεία, σε ένα ιδιότυπο “λογοτεχνικό κολάζ” που εν τέλει είχε στόχο να προκαλέσει τον εύκολο εντυπωσιασμό του αναγνώστη και τίποτα παραπάνω.
Από την άλλη μεριά θα έπρεπε (δυστυχώς θεωρητικά μιλώντας) να έχει ζητηθεί η άδεια του Γιάννη Λειβαδά για την χρήση των αποσπασμάτων από τα Δοκίμια. Αυτό θα τα προφύλασσε από το να χρησιμοποιηθούν για να υποστηρίξουν απόψεις εντελώς αντίθετες από αυτές που εκφράζουν και προφανώς είτε αγνοήθηκαν είτε δεν έγιναν κατανοητές. Στην προκειμένη περίπτωση μιλάμε για αυθαιρεσία, όπως σημειώνει ο ίδιος ο Γιάννης Λειβαδάς στο παραπάνω κείμενο του και στην ουσία για διαστρέβλωση. Υπάρχει όμως και μια τρίτη επίσης ανησυχητική εκδοχή. Ότι δηλαδή ένα ολοκληρωμένο έργο λόγου, στην προκειμένη περίπτωση τα Δοκίμια, αποδομήθηκε, τεμαχίστηκε και κάποια βασικά δομικά του στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν, απονευρωμένα πια από το νόημά τους, ως στυλιστικά ευρήματα, ως …”καλολογικά” στοιχεία, σε ένα ιδιότυπο “λογοτεχνικό κολάζ” που εν τέλει είχε στόχο να προκαλέσει τον εύκολο εντυπωσιασμό του αναγνώστη και τίποτα παραπάνω.
Αυτά εν όλίγοις.
Ελπίδα Πασαμιχάλη