Το «μακρύ και το
κοντό», ακόμη και στην εσχάτη των δημοσίων τοποθετήσεων, ενείχε μια ορισμένη
πλάκα, κάποια ποσότητα γούστου, ακόμη και κακού. Ορθώς οι παλαιότεροι
χρησιμοποιούσαν τόσο συχνά αυτή την εξυπνότατη έκφραση: είχαν οι άνθρωποι κάτι
να (ανα)μετρήσουν. Σήμερα αυτό το χιούμορ είναι δυσεύρετο. Τα όποια μεγέθη
έχουν καταχωρηθεί στα είδη υπό εξαφάνιση, τα δημοσιευθέντα είναι ίδια και
εφάμιλλα. Ιδού ένα από τα πιο φοβερά προβαδίσματα της παλαιότητας που ενέχει καινισμό.
Ένα ακόμη φοβερό
προβάδισμα, ήταν η απέχθεια προς πάσα συσπείρωση, προς πάσα προσπάθεια
ενσωμάτωσης και ομογενοποίησης των βίων, των λόγων, των διεκδικήσεων. Αφού κάθε
βίος και λόγος (όλα τα υπόλοιπα είναι απλές δογματικές οδοντόκρεμες) είναι
δεδομένοι και ουσιώδεις εφόσον διακρίνονται από τις ευρέως αποδεκτές ιδεολογικές (αισθητικές και πολιτικές) πεποιθήσεις.
Παρά τον ζόφο και την
ερείπωση, η ανάγκη για αλλαγή του μενού με ιδιαίτερη έμφαση στο κυρίως πιάτο (κάποιου
την κεφαλή επί πίνακι) είναι δεδομένη και αποκλειστική ως υπαρκτική ανάγκη. Παρά
τον ζόφο και την ερείπωση, παίρνουν και δίνουν οι ομαδοποιήσεις. Παρά τον ζόφο
και ερείπωση η γνωσιακή πανούκλα αποκτά όλο και περισσότερους οπαδούς οι οποίοι συγγράφουν, καθοδηγούν κι ερμηνεύουν τα
εντερικά τους αέρια.
Η Ελλάδα αυτή τη στιγμή
μορφοποιεί το βαθύ ιστορικό της διάκενο, τη λακκούβα της ακρισίας και της έπαρσής
της οι οποίες εκφράζονται με τα πολιτικά, φιλοσοφικά και καλλιτεχνικά της κατεστημένα τα οποία κατά βάθος, μα και επί όλων των
υπολοίπων μονάδων μετρήσεων, φωταγωγούν απ’ άκρη σ’ άκρη το τέλμα.
γ. λ.
2012