[Διασωσμένη αχρονολόγητη επιστολή του ποιητή,
προς τον φίλο του Τσενγκ]
Έλαβα το γράμμα σου, είμαι
χαρούμενος που έμαθα ότι είσαι υγιής και ήρεμος. Οι άνθρωποι εδώ τρώνε δίχως κρέας,
αρρωσταίνουν δίχως φάρμακα, ζουν δίχως σπίτι, περπατούν δίχως φίλους, περνούν
τους χειμώνες δίχως κάρβουνα και τα καλοκαίρια χωρίς μία δροσερή πηγή. Τι να
σου πρωτοπώ, βασικά δεν υπάρχει τίποτα. Το μόνο καλό είναι ότι δεν υπάρχει πια
ελονοσία. Πρόσφατα έχτισα μαζί με τον γιο μου ένα σπίτι με κάνα δυο δωμάτια για
να έχουμε κάπου να μένουμε. Είναι αρκετό για να μην υποφέρουμε από τη βροχή και
τον αέρα, γονατίσαμε όμως από τον κόπο και τα έξοδα. Έχω ακόμα το σώμα μου, το εμπιστεύομαι
στη δημιουργία, το ακολουθώ πιστά, μια τα καταφέρνει μια όχι. Αγαπημένε μου φίλε,
είσαι ζωντανός, συνεπώς μην ανησυχείς για τίποτα. Τη ζέστη να φοβάσαι, που
έρχεται απότομα. Τα λιγοστά λόγια που τέλος δεν έχουν.
Μετάφραση: Γιάννης Λειβαδάς
2001